• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

παρακοή

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η παρακοή οι παρακοές
      γενική της παρακοής των παρακοών
    αιτιατική την παρακοή τις παρακοές
     κλητική παρακοή παρακοές
όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

παρακοή < ελληνιστική κοινή παρακοή (αρχαία σημασία: παράκουσμα, ατελές άκουσμα)

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /pa.ɾa.koˈi/

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

παρακοή θηλυκό

  • ανυπακοή

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • παράκουος
  • παράκουσμα
  • παρακούω
  • και → δείτε τη λέξη ακούω

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    παρακοή
  • αγγλικά : disobedience (en)
  • ισπανικά : desobediencia (es)
  • πολωνικά : nieposłuszeństwo (pl)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=παρακοή&oldid=5001534"
Τελευταία επεξεργασία στις 28 Φεβρουαρίου 2021, στις 07:46

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 28 Φεβρουαρίου 2021, στις 07:46.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie