• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

παλιατζίδικο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παλιατζίδικο τα παλιατζίδικα
      γενική του παλιατζίδικου των παλιατζίδικων
    αιτιατική το παλιατζίδικο τα παλιατζίδικα
     κλητική παλιατζίδικο παλιατζίδικα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

παλιατζίδικο < παλιατζής + -ίδικο

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

παλιατζίδικο ουδέτερο

  • το κατάστημα του παλιατζή

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    παλιατζίδικο
  • γαλλικά : brocante (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=παλιατζίδικο&oldid=5501321"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 07:10
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 07:10.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie