πάφιλος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | πάφιλος | οι | πάφιλοι |
γενική | του | πάφιλου | των | πάφιλων |
αιτιατική | τον | πάφιλο | τους | πάφιλους |
κλητική | πάφιλε | πάφιλοι | ||
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- πάφιλος < → δείτε τη λέξη πάφιλας
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈpa.fi.los/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πά‐φι‐λος
Ουσιαστικό επεξεργασία
πάφιλος αρσενικό
- άλλη μορφή του πάφιλας
Πηγές επεξεργασία
- «πάφιλας» – ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .