Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οστεοθήκη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
οστεοθήκ
η
οι
οστεοθήκ
ες
γενική
της
οστεοθήκ
ης
των
οστεοθηκ
ών
αιτιατική
την
οστεοθήκ
η
τις
οστεοθήκ
ες
κλητική
οστεοθήκ
η
οστεοθήκ
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
οστεοθήκη
<
οστε(ος)
+
-ο-
+
-θήκη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
οστεοθήκη
θηλυκό
δοχείο στο οποίο τοποθετούνται τα οστά των νεκρών μετά την εκταφή τους
Μεταφράσεις
επεξεργασία
οστεοθήκη
γαλλικά
:
ossuaire
(fr)