Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οπαλισμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
→ λείπει η κλίση
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
οπαλισμ
ός
οι
οπαλισμ
οί
γενική
του
οπαλισμ
ού
των
οπαλισμ
ών
αιτιατική
τον
οπαλισμ
ό
τους
οπαλισμ
ούς
κλητική
οπαλισμ
έ
οπαλισμ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
οπαλισμός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
οπαλισμός
αρσενικό
διάσπαρτες μικροκοιτίδες πολυχρωμίας σε χρωματικά ουδέτερο φόντο
(
μεταφορικά
)
ιριδισμός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
οπαλισμός
αγγλικά
:
opalism
(en)