Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οδοφωτισμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
οδοφωτισμ
ός
οι
οδοφωτισμ
οί
γενική
του
οδοφωτισμ
ού
των
οδοφωτισμ
ών
αιτιατική
τον
οδοφωτισμ
ό
τους
οδοφωτισμ
ούς
κλητική
οδοφωτισμ
έ
οδοφωτισμ
οί
Κατηγορία
όπως «
ναός
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
οδοφωτισμός
<
οδός
+
-ο-
+
φωτισμός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
οδοφωτισμός
αρσενικό
ο
φωτισμός
των
οδών
Μεταφράσεις
επεξεργασία
οδοφωτισμός