↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ξυρισματάκι τα ξυρισματάκια
      γενική
    αιτιατική το ξυρισματάκι τα ξυρισματάκια
     κλητική ξυρισματάκι ξυρισματάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ξυρισματάκι < υποκοριστικό του ξύρισμα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ξυρισματάκι ουδέτερο

  1. (οικείο) ξύρισμα
    προλαβαίνω να κάνω και ένα ξυρισματάκι ή να έρθω το απόγευμα;

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε ξύρισμα