↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ξενογαμία οι ξενογαμίες
      γενική της ξενογαμίας των ξενογαμιών
    αιτιατική την ξενογαμία τις ξενογαμίες
     κλητική ξενογαμία ξενογαμίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ξενογαμία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική xenogamy < αρχαία ελληνική ξένος (ξενο-)+ γάμ(ος) + -ία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ξενογαμία θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)