Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξεκούρασμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ξεκούρασμα
τα
ξεκουράσμα
τ
α
γενική
του
ξεκουράσμα
τ
ος
των
ξεκουρασμά
τ
ων
αιτιατική
το
ξεκούρασμα
τα
ξεκουράσμα
τ
α
κλητική
ξεκούρασμα
ξεκουράσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ξεκούρασμα
<
ξεκουράζομαι
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ξεκούρασμα
ουδέτερο
η
ξεκουραση
, η
ανάπαυση
, η
αναψυχή
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξεκούρασμα