Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξεκαλούπωμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ξεκαλούπωμα
τα
ξεκαλουπώμα
τ
α
γενική
του
ξεκαλουπώμα
τ
ος
των
ξεκαλουπωμά
τ
ων
αιτιατική
το
ξεκαλούπωμα
τα
ξεκαλουπώμα
τ
α
κλητική
ξεκαλούπωμα
ξεκαλουπώμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ξεκαλούπωμα
<
ξεκαλουπώνω
+
-μα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ξεκαλούπωμα
ουδέτερο
η
αφαίρεση
των
καλουπιών
Συγγενικά
επεξεργασία
ξεκαλουπώνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξεκαλούπωμα