ξεγύμνωμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- ξεγύμνωμα < ξεγυμνώνω
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ξεγύμνωμα ουδέτερο
- η αποβολή των ρούχων
- Είναι ωραία η πλάζ των γυμνιστών αλλά στη γυναίκα μου δεν αρέσει το ξεγύμνωμα
- (μεταφορικά) η αποβολή όλων όσων συγκαλύπτουν την αλήθεια, η αποκάλυψή της και η έκθεση των τυχόν ενόχων ή υπαιτίων μιας κατάστασης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξεγύμνωμα
|