Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξαναβράσιμο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ξαναβράσιμ
ο
τα
ξαναβρασίμ
ατ
α
γενική
του
ξαναβρασίμ
ατ
ος
των
ξαναβρασιμ
άτ
ων
αιτιατική
το
ξαναβράσιμ
ο
τα
ξαναβρασίμ
ατ
α
κλητική
ξαναβράσιμ
ο
ξαναβρασίμ
ατ
α
Κατηγορία
όπως «
δέσιμο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ξαναβράσιμο
<
ξανά
+
βράσιμο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ξαναβράσιμο
ουδέτερο
το
εκ νέου
βράσιμο
Συνώνυμα
επεξεργασία
αναβρασμός
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
βράζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξαναβράσιμο