• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

αναβρασμός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αναβρασμός οι αναβρασμοί
      γενική του αναβρασμού των αναβρασμών
    αιτιατική τον αναβρασμό τους αναβρασμούς
     κλητική αναβρασμέ αναβρασμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
αναβρασμός < (ελληνιστική κοινή) ἀναβρασμός < αρχαία ελληνική ἀναβράσσω < ἀνά + βράσσω

Ουσιαστικό

επεξεργασία

αναβρασμός αρσενικό

  • το αποτέλεσμα τού αναβράζω
    1. ξαναβράσιμο
    2. αναστάτωση, αναταραχή, σάλος
    3. έξαψη, διέγερση
    4. οργή, αγανάκτηση

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τις λέξεις αναβράζω και βράζω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    αναβρασμός
  • γαλλικά : effervescence (fr), ébullition (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=αναβρασμός&oldid=5451603"
Τελευταία επεξεργασία στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 17:02

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 27 Ιανουαρίου 2022, στις 17:02.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας