Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μυελοκυψέλη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
μυελοκυψέλ
η
οι
μυελοκυψέλ
ες
γενική
της
μυελοκυψέλ
ης
των
μυελοκυψελ
ών
αιτιατική
τη
μυελοκυψέλ
η
τις
μυελοκυψέλ
ες
κλητική
μυελοκυψέλ
η
μυελοκυψέλ
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μυελοκυψέλη
<
μυελός
+
-ο-
+
κυψέλη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μυελοκυψέλη
θηλυκό
οστική
κοιλότητα
στην οποία βρίσκονται
μυελός
και
αιμοφόρα
αγγεία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μυελοκυψέλη