μπουζουξίδικο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μπουζουξίδικο < μπουζουξής + -ίδικο
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμπουζουξίδικο ουδέτερο
- κατάστημα στο χώρο της διασκέδασης που έχει ορχήστρα με μπουζούκι(α)
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία μπουζουξίδικο
|