μπεσίκι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μπεσίκι | τα | μπεσίκια |
γενική | του | μπεσικιού | των | μπεσικιών |
αιτιατική | το | μπεσίκι | τα | μπεσίκια |
κλητική | μπεσίκι | μπεσίκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- μπεσίκι < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
μπεσίκι ουδέτερο
Μεταφράσεις επεξεργασία
μπεσίκι
|