Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μπαρίστας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
μπαρίστ
ας
οι
μπαρίστ
ες
γενική
του
μπαρίστ
α
των
μπαριστ
ών
αιτιατική
τον
μπαρίστ
α
τους
μπαρίστ
ες
κλητική
μπαρίστ
α
μπαρίστ
ες
Κατηγορία
όπως «
γαλαξίας
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μπαρίστας
<
μπαρ
+
-ίστας
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μπαρίστας
αρσενικό
(
επάγγελμα
) που εργάζεται σε μπαρ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μπαρίστας
γαλλικά
:
barman
(fr)