μορφιά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | μορφιά | οι | μορφιές |
γενική | της | μορφιάς | των | μορφιών |
αιτιατική | τη | μορφιά | τις | μορφιές |
κλητική | μορφιά | μορφιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμορφιά θηλυκό