Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μικρονευροχειρουργική οι μικρονευροχειρουργικές
      γενική της μικρονευροχειρουργικής των μικρονευροχειρουργικών
    αιτιατική τη μικρονευροχειρουργική τις μικρονευροχειρουργικές
     κλητική μικρονευροχειρουργική μικρονευροχειρουργικές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μικρονευροχειρουργική < μικρο- + νεύρο + χειρουργική

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μικρονευροχειρουργική θηλυκό

  • νευροχειρουργική, όπου η χειρουργική επέμβαση γίνονται με χρήση χειρουργικού μικροσκοπίου

  Μεταφράσεις επεξεργασία