μηχανάκιας
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | μηχανάκιας | οι | μηχανάκηδες |
γενική | του | μηχανάκια | των | μηχανάκηδων |
αιτιατική | τον | μηχανάκια | τους | μηχανάκηδες |
κλητική | μηχανάκια | μηχανάκηδες | ||
Οι καταλήξεις -ιας, -ια προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «γυαλάκιας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /mi.xaˈna.cas/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μη‐χα‐νά‐κιας
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμηχανάκιας αρσενικό
Μεταφράσεις
επεξεργασία μηχανάκιας
→ δείτε τη λέξη μοτοσικλετιστής |