↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μετριοπάθεια οι μετριοπάθειες
      γενική της μετριοπάθειας των μετριοπαθειών
    αιτιατική τη μετριοπάθεια τις μετριοπάθειες
     κλητική μετριοπάθεια μετριοπάθειες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
μετριοπάθεια < ελληνιστική κοινή μετριοπάθεια < μετριοπαθής < αρχαία ελληνική μέτριος + πάσχω

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μετριοπάθεια θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία