• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

μερτικό

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μερτικό τα μερτικά
      γενική του μερτικού των μερτικών
    αιτιατική το μερτικό τα μερτικά
     κλητική μερτικό μερτικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
μερτικό < μεσαιωνική ελληνική μερτικόν

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μερτικό ουδέτερο

  • (λόγιο) ή (λαϊκότροπο) το μερίδιο

Άλλες μορφές

επεξεργασία
  • μερδικό

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    μερτικό

→ δείτε τη λέξη μερίδιο

Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μερτικό&oldid=7122144"
Τελευταία επεξεργασία στις 13 Μαΐου 2025, στις 19:11

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 13 Μαΐου 2025, στις 19:11.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας