μεγαλοοφειλέτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
μεγαλοοφειλέτης αρσενικό (θηλυκό μεγαλοοφειλέτρια)
Αντώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
μεγαλοοφειλέτης
|
μεγαλοοφειλέτης αρσενικό (θηλυκό μεγαλοοφειλέτρια)
|