μαρουλοφαγία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μαρουλοφαγία < μαρούλ(ι) + -ο- + -φαγία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό επεξεργασία
μαρουλοφαγία θηλυκό, χωρίς πληθυντικό
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
μαρουλοφαγία
|