Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μαξιμαλίστρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
μαξιμαλίστρι
α
οι
μαξιμαλίστρι
ες
γενική
της
μαξιμαλίστρι
ας
των
μαξιμαλιστρι
ών
αιτιατική
τη
μαξιμαλίστρι
α
τις
μαξιμαλίστρι
ες
κλητική
μαξιμαλίστρι
α
μαξιμαλίστρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
μαξιμαλίστρια
<
μαξιμαλιστής
+
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
μαξιμαλίστρια
θηλυκό
→
δείτε
τη λέξη
μαξιμαλιστής
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μαξιμαλίστρια
αγγλικά
:
maximalist
(en)
(f)