πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μαθηματάριο τα μαθηματάρια
      γενική του μαθηματαρίου
& μαθηματάριου
των μαθηματαρίων
    αιτιατική το μαθηματάριο τα μαθηματάρια
     κλητική μαθηματάριο μαθηματάρια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
μαθηματάριο < Μαθηματάριον (τίλος έργου) < μαθημα + -(τ)άριον (-arium)  δείτε τη λέξη προσευχητάριο  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μαθηματάριο ουδέτερο

  1. (βυζαντινή μουσική) βιβλίο μουσικής διδασκαλίας ειδικά για την παραχορδή και τον αναγραμματισμό της βυζαντινής μουσικής
  2. (ιστορία) χειρόγραφα σχολικά βιβλία κατά την Τουρκοκρατία
      Είναι πεζά και ποιητικά , ανήκοντα εις όλα τα είδη του λόγου , όπως διαπιστώνεται από τα μαθηματάρια, τα χειρόγραφα σχολικά βιβλία εις τα οποία παραδίδεται η ύλη η οποία εδιδάσκετο τότε (Αθηνά: σύγγραμμα περιοδικόν της εν Αθήναις, τόμος 83, 2005, σελ. 231)

Μεταφράσεις

επεξεργασία