Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μαγνητοθεραπεία οι μαγνητοθεραπείες
      γενική της μαγνητοθεραπείας των μαγνητοθεραπειών
    αιτιατική τη μαγνητοθεραπεία τις μαγνητοθεραπείες
     κλητική μαγνητοθεραπεία μαγνητοθεραπείες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μαγνητοθεραπεία < μαγνήτης + -θεραπεία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μαγνητοθεραπεία θηλυκό

  1. η αξιοποίηση των μαγνητών στην αντιμετώπιση διαφόρων προβλημάτων, όπως π.χ. στην ανίχνευση ή και απομάκρυνση ξένων σωμάτων που έχουν μπει στο σώμα
  2. εναλλακτικές μορφές θεραπείας με αβέβαιο ή και αντιεπιστημονικό υπόβαθρο
  3. μορφές πειραματικής θεραπείας που χρησιμοποιούν μαγνητικά πεδία για τη διέγερση νευρώνων στον εγκέφαλο ("εν τω βάθει εγκεφαλική διέγερση") γιά διάφορες παθήσεις

  Μεταφράσεις επεξεργασία