λεπτοτέχνημα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- λεπτοτέχνημα < λεπτότεχνος + -ημα
Ουσιαστικό επεξεργασία
λεπτοτέχνημα ουδέτερο
- καλλιτέχνημα που το έχουν δημιουργήσει με λεπτότεχνο τρόπο
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
λεπτοτέχνημα
|