κυματογεννήτρια
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κυματογεννήτρια < κύματ(ος) + -ο- + γεννήτρια • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίακυματογεννήτρια θηλυκό
- γεννήτρια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από την κινητική ενέργεια παφλασμού των κυμάτων
Μεταφράσεις
επεξεργασία κυματογεννήτρια
|