Δείτε επίσης: Κουρίτα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η κουρίτα οι κουρίτες
      γενική της κουρίτας των κουριτών
    αιτιατική την κουρίτα τις κουρίτες
     κλητική κουρίτα κουρίτες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κουρίτα < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /kuˈɾi.ta/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κου‐ρί‐τα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κουρίτα θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία