Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κοσμικότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
κοσμικότητ
α
οι
κοσμικότητ
ες
γενική
της
κοσμικότητ
ας
των
κοσμικοτήτ
ων
αιτιατική
την
κοσμικότητ
α
τις
κοσμικότητ
ες
κλητική
κοσμικότητ
α
κοσμικότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
κοσμικότητα
< η συμμετοχή στην κοινωνική ζωή και σε συχνές διασκεδάσεις.
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κοσμικότητα
θηλυκό
το να αρέσει σε κάποιον η
κοσμική
ζωή
Συνώνυμα
επεξεργασία
κοινωνικότητα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κοσμικότητα
γαλλικά
:
mondanité
(fr)