κοσμήτρια
![]() |
Αναθεώρηση : αρχαία ή νέα;. |
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίακοσμήτρια θηλυκό
- → δείτε τη λέξη κοσμητής
Μεταφράσεις
επεξεργασία κοσμήτρια
|
![]() |
Αναθεώρηση : αρχαία ή νέα;. |
κοσμήτρια θηλυκό
|