κορνάρισμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία- κορνάρισμα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίακορνάρισμα ουδέτερο
- η ενέργεια του κορνάρω
- η χρησιμοποίηση της κόρνας οχήματος
- (κατ’ επέκταση) ο ήχος που ακούγεται
Μεταφράσεις
επεξεργασία κορνάρισμα
|