↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο κοντορεβιθούλης οι κοντορεβιθούληδες
      γενική του κοντορεβιθούλη των κοντορεβιθούληδων
    αιτιατική τον κοντορεβιθούλη τους κοντορεβιθούληδες
     κλητική κοντορεβιθούλη κοντορεβιθούληδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κοντορεβιθούλης < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κοντορεβιθούλης αρσενικό (θηλυκό κοντορεβιθούλα)

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία