Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κομμουνόσκυλο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία el
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Συνώνυμα
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
κομμουνόσκυλ
ο
τα
κομμουνόσκυλ
α
γενική
του
κομμουνόσκυλ
ου
των
κομμουνόσκυλ
ων
αιτιατική
το
κομμουνόσκυλ
ο
τα
κομμουνόσκυλ
α
κλητική
κομμουνόσκυλ
ο
κομμουνόσκυλ
α
Κατηγορία
όπως «
σίδερο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία el
επεξεργασία
κομμουνόσκυλο
<
κομμούνι
+
σκύλος
/
-σκυλο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κομμουνόσκυλο
ουδέτερο
(
μειωτικό
) ο
κομμουνιστής
Συνώνυμα
επεξεργασία
κομμούνι