Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κελεμπέκι τα κελεμπέκια
      γενική
    αιτιατική το κελεμπέκι τα κελεμπέκια
     κλητική κελεμπέκι κελεμπέκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

κελεμπέκι < τουρκική kelebek ağacı (σφένδαμος)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

κελεμπέκι ουδέτερο

  Μεταφράσεις επεξεργασία