καμηλαύχι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | καμηλαύχι | τα | καμηλαύχια |
γενική | του | καμηλαυχιού | των | καμηλαυχιών |
αιτιατική | το | καμηλαύχι | τα | καμηλαύχια |
κλητική | καμηλαύχι | καμηλαύχια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- καμηλαύχι < μετατροπή του «κ» σε «χ» του καμηλαύκι
Ουσιαστικό επεξεργασία
καμηλαύχι ουδέτερο
- (θρησκεία) άλλη μορφή του καμηλαύκι
Μεταφράσεις επεξεργασία
καμηλαύχι
|