Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ισταμίνη οι ισταμίνες
      γενική της ισταμίνης των ισταμινών
    αιτιατική την ισταμίνη τις ισταμίνες
     κλητική ισταμίνη ισταμίνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ισταμίνη < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ισταμίνη θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία