• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ιδιόλεκτο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ιδιόλεκτο τα ιδιόλεκτα
      γενική του ιδιόλεκτου των ιδιόλεκτων
    αιτιατική το ιδιόλεκτο τα ιδιόλεκτα
     κλητική ιδιόλεκτο ιδιόλεκτα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ιδιόλεκτο ουδέτερο

  • άλλη μορφή του ιδιόλεκτος, γένους θηλυκού
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ιδιόλεκτο&oldid=5220757"
Τελευταία επεξεργασία στις 12 Σεπτεμβρίου 2021, στις 04:56

Γλώσσες

    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 12 Σεπτεμβρίου 2021, στις 04:56.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie