Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ιδεάζω < ιδέ(α) + -άζω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /i.ðeˈa.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ι‐δε‐ά‐ζω

  Ρήμα επεξεργασία

ιδεάζω, αόρ.: ιδέασα, παθ.φωνή: ιδεάζομαι, π.αόρ.: ιδεάστηκα, μτχ.π.π.: ιδεασμένος

Συγγενικά επεξεργασία

  • → και δείτε τη λέξη ιδέα

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία