Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
θεραπαινίδα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
θεραπαινίδ
α
οι
θεραπαινίδ
ες
γενική
της
θεραπαινίδ
ας
των
θεραπαινίδ
ων
αιτιατική
τη
θεραπαινίδ
α
τις
θεραπαινίδ
ες
κλητική
θεραπαινίδ
α
θεραπαινίδ
ες
Κατηγορία
όπως «
ελπίδα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
θεραπαινίδα
<
αρχαία ελληνική
θεραπαινίς
Ουσιαστικό
επεξεργασία
θεραπαινίδα
θηλυκό
(
λόγιο
) η
υπηρέτρια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
θεραπαινίδα
γαλλικά
:
serveuse
(fr)
(1),
bonne
(fr)