↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο θεατρινισμός οι θεατρινισμοί
      γενική του θεατρινισμού των θεατρινισμών
    αιτιατική τον θεατρινισμό τους θεατρινισμούς
     κλητική θεατρινισμέ θεατρινισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
θεατρινισμός < θεατρίνος + -ισμός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

θεατρινισμός αρσενικό

Παράγωγα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία