↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η θαλασσογράφος οι θαλασσογράφοι
      γενική του/της θαλασσογράφου των θαλασσογράφων
    αιτιατική τον/τη θαλασσογράφο τους/τις θαλασσογράφους
     κλητική θαλασσογράφε θαλασσογράφοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
θαλασσογράφος < λείπει η ετυμολογία. Μορφολογικά αναλύεται σε θαλασσο- + -γράφος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

θαλασσογράφος αρσενικό ή θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία



ζητούμενο λήμμα