Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ημιχρόνιο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ημιχρόνι
ο
τα
ημιχρόνι
α
γενική
του
ημιχρονί
ου
&
ημιχρόνι
ου
των
ημιχρονί
ων
αιτιατική
το
ημιχρόνι
ο
τα
ημιχρόνι
α
κλητική
ημιχρόνι
ο
ημιχρόνι
α
Κατηγορία
όπως «
πρόσωπο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ημιχρόνιο
<
ημι-
+
χρόνος
+
-ιο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ημιχρόνιο
ουδέτερο
το
ημίχρονο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ημιχρόνιο
→
δείτε
τη λέξη
ημίχρονο