ηλεκτροεγκεφαλογράφος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαηλεκτροεγκεφαλογράφος αρσενικό
- (ιατρική) μηχάνημα ή συσκευή που ανιχνεύει την εγκεφαλική βιοηλεκτρική δραστηριότητα και συμβάλλει στη διάγνωση ασθενειών ή παθολογικών καταστάσεων
Μεταφράσεις
επεξεργασία ηλεκτροεγκεφαλογράφος