Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ζευγάρισμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ζευγάρισμα
τα
ζευγαρίσμα
τ
α
γενική
του
ζευγαρίσμα
τ
ος
των
ζευγαρισμά
τ
ων
αιτιατική
το
ζευγάρισμα
τα
ζευγαρίσμα
τ
α
κλητική
ζευγάρισμα
ζευγαρίσμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ζευγάρισμα
<
ζευγαρίζω
<
ζευγάρι
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ζευγάρισμα
ουδέτερο
το
όργωμα
με ένα
ζευγάρι
ζώων
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ζευγάρισμα