Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εφικτότητα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
εφικτότητ
α
οι
εφικτότητ
ες
γενική
της
εφικτότητ
ας
των
εφικτοτήτ
ων
αιτιατική
την
εφικτότητ
α
τις
εφικτότητ
ες
κλητική
εφικτότητ
α
εφικτότητ
ες
Κατηγορία
όπως «
σάλπιγγα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εφικτότητα
<
εφικτός
+
-ότητα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εφικτότητα
θηλυκό
(
λόγιο
) (
σπάνιο
) η
ιδιότητα
του
εφικτού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εφικτότητα