Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ευσυγκινησία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ευσυγκινησί
α
οι
ευσυγκινησί
ες
γενική
της
ευσυγκινησί
ας
των
ευσυγκινησι
ών
αιτιατική
την
ευσυγκινησί
α
τις
ευσυγκινησί
ες
κλητική
ευσυγκινησί
α
ευσυγκινησί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ευσυγκινησία
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ευσυγκινησία
θηλυκό
η
ιδιότητα
αυτού που είναι
ευσυγκίνητος
Συγγενικά
επεξεργασία
ευσυγκίνητος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ευσυγκινησία
γαλλικά
:
émotivité
(fr)