↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το επιμεταλλωτήριο τα επιμεταλλωτήρια
      γενική του επιμεταλλωτηρίου
επιμεταλλωτήριου
των επιμεταλλωτηρίων
    αιτιατική το επιμεταλλωτήριο τα επιμεταλλωτήρια
     κλητική επιμεταλλωτήριο επιμεταλλωτήρια
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
επιμεταλλωτήριο (νεολογισμός) < επιμεταλλώνω + -τήριο

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

επιμεταλλωτήριο ουδέτερο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία