επικοινώνηση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | επικοινώνηση | οι | επικοινωνήσεις |
γενική | της | επικοινώνησης | των | επικοινωνήσεων |
αιτιατική | την | επικοινώνηση | τις | επικοινωνήσεις |
κλητική | επικοινώνηση | επικοινωνήσεις | ||
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις. | ||||
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- επικοινώνηση < επικοινωνώ (μεταβατικό)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεπικοινώνηση θηλυκό
- ανακοίνωση, κοινοποίηση ή μετάδοση μιας ιδέας, ενός μηνύματος κτλ.
Δείτε επίσης
επεξεργασία- https://www.google.gr/search?q=επικοινώνηση
- http://www.lexigram.gr/lex/newg/επικοινωνήση
- http://www.translatum.gr/forum/index.php?topic=12030.0
- http://www.kathimerini.gr/772371/opinion/epikairothta/politikh/lyseis-yparxoyn-den-efarmozontai
- https://web.archive.org/web/20140705035036/http://www.athensvoice.gr/article/city-news-voices/%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%B7/%CF%84%CE%BF-%CE%BA%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%82-%CE%B1%CE%B4%CF%81%CE%AC%CE%BD%CE%B5%CE%B9%CE%B1%CF%82